Συνέντευξη στην ιστοσελίδα 24 ΩΡΕΣ ΣΤΑ ΒΟΡΕΙΑ

http://www.24voreia.gr/

 

Ερώτηση: Πως κρίνετε την πορεία της οικονομίας μετά από τις τόσες περιπέτειες των μνημονίων. Θεωρείται ότι υπάρχει διέξοδος και πόσο κοντά είναι κατά κρίση σας;

 

 

ΓΙΩΡΓΟΣ  ΔΗΜΑΡΑΣ: Τα μνημόνια ήταν αποτέλεσμα ενός αποτυχημένου παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου που ακολούθησε η χώρα για αρκετές δεκαετίες αλλά και πολλών εγκληματικών πολιτικών επιλογών που έγιναν από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Αντιμετώπιζαν το κράτος ως μέσο εξυπηρέτησης διαφόρων πελατειακών, συντεχνιακών και μικροκομματικών συμφερόντων. Ίσως είναι παγκόσμια πρωτοτυπία η τόση αδιαφορία για το δημόσιο συμφέρον από τις τότε κυβερνήσεις και η ανοχή στην ασυδοσία που αναπτύχθηκε από κερδοσκόπους όλων των κατηγοριών όπως τραπεζίτες, εργολάβους δημοσίων έργων, προμηθευτές δημοσίου, διαχειριστές ευρωπαϊκών κονδυλίων κ.λ.π.

 Δυστυχώς για τη χώρα μας η κατάσταση έφθασε σε ένα σημείο που ακόμα κι αν δεν υπήρχαν τα μνημόνια, θα έπρεπε εμείς οι ίδιοι να επιβάλλουμε ένα αυστηρό πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας για να μπορέσει η χώρα να επιβιώσει και να σταθεί ξανά στα πόδια της.

 

Η κυβέρνηση, στα δύο χρόνια που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας, παρά τα λάθη και τις καθυστερήσεις που υπήρξαν, προσπάθησε να θέσει την οικονομία ξανά σε σταθερή τροχιά, να εξορθολογήσει τις δημόσιες δαπάνες και να βελτιώσει την εισπραξιμότητα των εσόδων του δημοσίου.

 

Ωστόσο θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς με τους πολίτες,  ο δρόμος που έχουμε να διανύσουμε είναι ακόμα μεγάλος. Η ανεργία  παραμένει σε υψηλά επίπεδα, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας υποφέρουν από την κρίση. Η υψηλή φορολογία και  μεγάλες ασφαλιστικές εισφορές σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες δυσκολεύουν την ανάπτυξη. Πολλές  ομάδες της κοινωνίας είναι στην ανεργία και αντιμετωπίζουν με δυσκολία τις ανάγκες της καθημερινότητας. Όσο δεν καταφέρνουμε να αλλάξουμε αισθητά αυτή την εικόνα δεν μπορούμε να μιλάμε για το τέλος της κρίσης.

 

Ερώτηση: Η έγκριση της συμφωνίας της Ε.Ε με τον Καναδά βρίσκει αντίθετους τους Οικολόγους και ασφαλώς οι προϋποθέσεις εφαρμογής φαίνονται προβληματικές, ποια θα είναι η στάση σας;

 

Γ.Δ.: Από την πρώτη στιγμή οι Οικολόγοι Πράσινοι καθώς και οι δύο βουλευτές – μέλη τους που συμμετέχουμε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ταχθήκαμε  καθαρά ενάντια στις διατλαντικές εμπορικές συμφωνίες CETA, TTIP και TISA.  Όπως έχω κατ’ επανάληψη επισημάνει οι παραπάνω συμφωνίες ευνοούν χώρες και επιχειρήσεις με μαζική βιομηχανική παραγωγή και είναι αρνητικές για χώρες με μικρή παραγωγή όπως η Ελλάδα. Oι συμφωνίες αυτές είναι αντίθετες στις οικολογικές αρχές που είναι η τοπικότητα, η διατροφική αυτάρκεια , η μείωση του  κόστους μεταφοράς προϊόντων από μεγάλες αποστάσεις, οι ισόρροπες οικονομίες και ο δημοκρατικός έλεγχος των οικονομικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων. Με σύμμαχο την άγνοια μεγάλης μερίδας των πολιτών, προωθούν νεοφιλελεύθερες πολιτικές που θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του πλανήτη αλλά και τα συμφέροντα της χώρας μας. Οι συμφωνίες αυτές ευνοούν τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και  καταστρέφουν τις μικρές , μεσαίες αλλά και μεγαλομεσαίες  εγχώριες επιχειρήσεις.  Θεωρώ ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη ότι ευρωβουλευτές προερχόμενοι από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι ψήφισαν υπέρ της συμφωνίας CETAείναι ωστόσο ενδεικτικό της προσέγγισης που έχουν για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και την προσχώρηση στον "νεοφιλελευθερισμό".

 Οι συμφωνίες αυτές εκτός των άλλων περιορίζουν τον έλεγχο και την εποπτεία  των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων στις αγορές. Έχω δεσμευθεί ότι θα καταψηφίσω τις συμφωνίες αυτές εάν και εφόσον έρθουν προς ψήφιση στο ελληνικό κοινοβούλιο.

 

Ερώτηση: Η στήριξη και συμμετοχή των Οικολόγων στο κυβερνητικό σχήμα, πόσο κοντά έχει φέρει τους στόχους του κινήματος σε περιπτώσεις όπως η ενέργεια, τα απορρίμματα, η χωροταξία;

 

Γ.Δ.: Σε όλες τις συνεργασίες μεταξύ διακριτών πολιτικών χώρων, όπως η Αριστερά και η Πολιτική Οικολογία, υπάρχουν σημεία σύγκλισης αλλά και διαφορές. Αυτό ήταν εν γνώσει των Οικολόγων Πράσινων όταν αποφάσισαν τη εκλογική και εν συνεχεία κυβερνητική συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι το πολιτικό σχέδιο της οικολογίας διαφέρει από εκείνο της αριστεράς. Βέβαια οι διαφορές με την δεξιά είναι πολύ μεγαλύτερες, είναι τεράστιες για τούτο οι συμμαχίες μας και στην Ευρώπη είναι με την ανανεωτική αριστερά και την συνεπή σοσιαλδημοκρατία.  Εκτιμώ όμως ότι η συμμετοχή στο κυβερνητικό σχήμα διευκόλυνε την επίτευξη προόδου σε σημαντικούς τομείς ενδιαφέροντος της πολιτικής οικολογίας όπως η διαχείριση απορριμμάτων, τα δάση (δασικοί χάρτες) και η κοινωνική οικονομία. Επίσης σςε θέματα κοινωνικών δικαιωμάτων (σύμφωνο συμβίωσης), η πάταξη της φοροδιαφυγής αλλά και της διαφθοράς στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Για τους λόγους αυτούς θεωρώ το έως τώρα ισοζύγιο θετικό.

 

Ερώτηση: Θα θέλαμε  να μας ορίσετε σε τίτλους την ιδιαίτερη πολιτική πρόταση των Οικολόγων Πράσινων;

 

Γ.Δ.: Η πρόταση της πολιτικής οικολογίας προσπαθεί να απαντήσει με συνολικό τρόπο στο τρίπτυχο οικονομία- περιβάλλον- κοινωνία. Γι’ αυτό μιλάμε για βιώσιμη ευημερία και αειφορία και για ένα άλλο σχέδιο για την οικονομία. Οι πράσινοι γνωρίζουμε ότι όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν συνέπειες και για να επιτύχουμε υψηλό επίπεδο ποιότητας ζωής για όλους και για τις επόμενες γενεές θα πρέπει να βασιζόμαστε σε δραστηριότητες και υπηρεσίες που να εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Γι’ αυτό είμαστε αντίθετοι στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο του βραχυπρόθεσμου κέρδους, του εφήμερου καταναλωτισμού και της κατασπατάλησης των φυσικών πόρων, του μοντέλου που μας οδήγησε στην παγκόσμια κρίση. Με ισχυρές τοπικές οικονομίες εξασφαλίζουμε θέσεις εργασίας και ποιοτικά προϊόντα,  οι ισόρροπες οικονομίες δεν καταρρέουν με διεθνείς αναταράξεις.  Η  οικονομία των φυσικών πόρων του σήμερα και η προστασία του περιβάλλοντος ( δάση,  αέρας, κλίμα,  νερά επίγεια και υπόγεια, καλλιεργήσιμη γη κ.α.)  είναι η πιο ηθική στάση απέναντι στις επόμενες γενιές και   γενικά στην  ζωή πάνω τον πλανήτη.   

 

Ερώτηση: Η εμπειρία σας στο κοινοβούλιο μέχρι στιγμής τι διδάσκει; Πόσες δυνατότητες έχει ο εκλεγμένος  εκπρόσωπος του λαού να επηρεάσει τα πράγματα;

Γ.Δ.: Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την εμπειρία  από τη  συμμετοχή μου στο κοινοβούλιο και δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι ένας βουλευτής δεν μπορεί με την παρουσία και τη δράση του να επηρεάσει και πολλές φορές να αλλάξει πράγματα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για εμένα ως εκπρόσωπο της πολιτικής οικολογίας μέσα σε μια μεγάλη κοινοβουλευτική ομάδα όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Οι βουλευτές διαθέτουν πολλούς τρόπους για να εκφράσουν τις θέσεις τους και να καταθέσουν προτάσεις τόσο μέσα στο Κοινοβούλιο όσο και έξω από αυτό με την παρουσία τους στα κοινά και το δημόσιο λόγο τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι παρεμβάσεις μας σε κοινοβουλευτικές επιτροπές, οι τροπολογίες που προτείναμε, οι ερωτήσεις ή αναφορές που καταθέσαμε έγιναν αποδεκτές και υιοθετήθηκαν ή έγιναν αφορμή για εποικοδομητικές συζητήσεις που οδήγησαν μετέπειτα σε βελτιώσεις σε σχέδια νόμου ή σε υπουργικές αποφάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κατάθεση τροπολογίας με την οποία πετύχαμε  τη μείωση του ελάχιστου ποσού επένδυσης σε κοινωνικές επιχειρήσεις από 100.000€ σε 50.000€, μια εξέλιξη εξαιρετικά σημαντική για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η βελτίωση που πετύχαμε στο νομοσχέδιο για την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ, με την οποία διατυπώνεται η πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης για  το  δημόσιο έλεγχο του νερού. Ένα άλλο  παράδειγμα είναι η επίκαιρη ερώτηση που έκανα πρόσφατα για το μεγάλο ποσοστό καισαρικών στην Ελλάδα ( 58.5%) αντί (15%)που θεωρεί λογικό ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.  Η ερώτηση  ανέδειξε το πρόβλημα και ο υπουργός υγείας δεσμεύτηκε να παρθούν μέτρα για τον περιορισμό τους. Εάν πετύχουμε  έστω μείωση 10% , πέρα από τα θέματα υγείας, θα έχουμε οικονομία ως ασφαλιστικό σύστημα περίπου 5.000.000 ευρώ κάθε  έτος. Το παράδειγμα δείχνει την προσφορά ενός βουλευτή που έργάζεται.

 

Το κοινοβούλιο αποτελεί ένα χώρο δυναμικό όπου η σύνθεση και ανταλλαγή απόψεων, ακόμα και η διαφωνία μπορούν να έχουν γόνιμο αποτέλεσμα και να οδηγήσουν σε συμμαχίες για την επίτευξη μικρότερων ή μεγαλύτερων αλλαγών με γνώμονα πάντα το δημόσιο συμφέρον και τις ανάγκες της κοινωνίας.