Παρέμβαση Γιώργου Δημαρά στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τη συζήτηση επί του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Παιδείας «ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής κ.ά.δ.»
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλοι γνωρίζουμε ότι οι αλλαγές στην εκπαίδευση είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για διάφορους λόγους.
Πρώτος λόγος είναι γιατί διαμορφώνει τους νέους πολίτες που θα ζήσουν σε έναν πολυσύνθετο κόσμο, όπου η εξειδίκευση σε νέες ειδικότητες παρακολουθεί τις ταχύτατες αλλαγές στην επιστήμη, την τεχνολογία, την οικονομία και την κοινωνία, επίσης τις ανθρωπογενείς αλλαγές στη φύση, τις αλλαγές του κλίματος, τη σπατάλη των φυσικών πόρων, αλλά και τις μεγάλες καταστροφές από πολέμους και την αβεβαιότητα για το μέλλον.
Δεύτερος σημαντικός λόγος που συνδέεται άμεσα με την εκπαίδευση είναι η οικοδόμηση βιώσιμης οικονομίας μέσα από ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης νέου τύπου. Μιλώ για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα έχει ως πυρήνα την αειφορία, την ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων, που δεν θα παράγει άχρηστα αγαθά, τα σκουπίδια του υπερκαταναλωτισμού, όλα αυτά αποτυπώνουν απόψεις της πολιτικής οικολογίας που θέλω να εκφράσω στο Κοινοβούλιο.
Τρίτος λόγος είναι η αξιοποίηση των δυνάμεων των νέων ανθρώπων για την οικοδόμηση μιας συνεκτικής και δίκαιης κοινωνίας, όπου η ευημερία δεν θα μετριέται με δείκτες καταναλωτισμού, αλλά με δείκτες υγείας, πολιτισμού, πολιτιστικού επιπέδου, μακροβιότητας και άλλων συνθηκών επιβίωσης. Ένας δείκτης επιτυχίας είναι η αξιοποίηση των γνώσεων και η ένταξη των αποφοίτων στην παραγωγική διαδικασία, δηλαδή να μην παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα στρατιές ανέργων επιστημόνων.
Ως άνθρωπος που προέρχομαι από τον χώρο της παραγωγής, θέλω να επισημάνω μερικά πράγματα και σε σχέση με το νομοσχέδιο, αλλά και γενικά σε σχέση με τους προσανατολισμούς για τα ζητήματα της παιδείας. Πρώτον, η παραγωγική ανασυγκρότηση απαιτεί ενίσχυση και αναβάθμιση της τεχνολογικής εκπαίδευσης, προσαρμοσμένη στην εφαρμοσμένη επιστημονική γνώση. Υπάρχει ένα κενό σήμερα στην παραγωγή από κατάλληλα υψηλής κατάρτισης τεχνικά στελέχη, ενώ υπάρχει πλεόνασμα θεωρητικών επιστημών που οδηγούνται στην ανεργία.
Εκτιμώ ότι η συγχώνευση των δύο Τ.Ε.Ι. δεν αποτελεί τομή στο εκπαιδευτικό σύστημα. Είναι μια ακαδημαϊκή αναβάθμιση, αλλά δεν είναι ένα μέρος μιας γενικής ευρύτερης αναδιοργάνωσης της τεχνικής επιστημονικής εκπαίδευσης που χρειάζεται η χώρα. Είναι θετικό, αλλά χρειάζεται και κάτι άλλο ευρύτερο και πολύ πιο τολμηρό. Σήμερα δεν έχουμε, δυστυχώς, τέτοιου επιπέδου κατάρτισης τεχνικά στελέχη, δεν έχουμε ούτε ποιοτικά τεχνικά στελέχη μέσης εκπαίδευσης, αυτούς που λέγαμε παλιά εργοδηγούς, όπως της Σιβιτανείδιου κ.λπ.
Θέλω να κάνω μερικές επισημάνσεις. Πιστεύω ότι ο τίτλος «Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής» δεν εκφράζει τον αναβαθμισμένο τεχνολογικό χαρακτήρα και περιεχόμενο, αλλά τονίζει περισσότερο τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα. Δεύτερον, υπάρχουν αοριστίες, που καταλαβαίνω γιατί υπάρχουν, κυρίως όσον αφορά τα επαγγελματικά δικαιώματα, γιατί μένουμε σε ένα αναχρονιστικό πλαίσιο, που πολλά από αυτά είναι από το έτος 1932 και δεν τα αγγίζουμε, τα στέλνουμε πάλι σε κάποιες επιτροπές. Αυτό (τα επαγγελματικά δικαιώματα) είναι καθοριστικό σημείο για την αξιοπιστία και το κύρος και των σχολών και των πτυχιούχων.
Το νέο μοντέλο εκσυγχρονισμού γενικά της εκπαίδευσης και ειδικά της τεχνικής, απαιτεί ευρύτερη συναίνεση και της κοινωνίας και των κομμάτων, αλλά και μεγάλες τομές. Άποψή μου είναι ότι την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας εξυπηρετείται πιο καλά από το υπόδειγμα της Συνθήκης της Μπολόνιας με τα 4 χαρακτηριστικά σημεία: 1) αναγνώριση και ισοτιμία πτυχίων σε ευρωπαϊκό επίπεδο βάσει πιστωτικών μονάδων για κάθε μάθημα, δηλαδή credits 2) αξιολόγηση ποιότητας , 3) τρεις κύκλοι σπουδών, δίπλωμα, μάστερ και διδακτορικό και 4) διά βίου μάθηση μέσα στα πανεπιστήμια.
Για τη διετή επαγγελματική εκπαίδευση θέλω να κάνω μια παρατήρηση. Οι καθηγητές, σε μεγάλο ποσοστό, πρέπει να περιγράφεται από τον νόμο ότι θα είναι επιστήμονες και τεχνικοί με ανάλογη επαγγελματική ενασχόληση και εμπειρία σε αντίστοιχες παραγωγικές μονάδες. Είναι πολύ σημαντικό αυτό για την ποιότητα και το χαρακτήρα που θέλουμε να δώσουμε σε αυτές τις σχολές. Επισημαίνω, επίσης και νομίζω ότι είναι σωστή η κριτική, ότι θα πρέπει να παραμείνει το ποσοστό εισαγωγής από τα ΕΠΑΛ στο ίδιο ποσοστό που ήταν, δηλαδή στο 20%.
Τέλος, πιστεύω ότι θα πετύχει η τεχνική και τεχνολογική εκπαίδευση όταν στηρίζει το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας σε βιώσιμη κατεύθυνση. Ευχαριστώ.