ΟΜΑΔΑ ΦΙΛΙΑΣ ΒΟΥΛΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ - ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΓΕΩΡΓΙΑΝΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ

Παρ, 03/06/2016

Ο Γιώργος Δημαράς, ως Γραμματέας της Ομάδας Φιλίας της Βουλής με την Γεωργία, συμμετείχε στη συνάντηση με Γεωργιανούς και Έλληνες ομολόγους του στη Βουλή (25/6/2016) και στις εορταστικές εκδηλώσεις της επομένης στο Ζάππειο (26/5/2016) με αφορμή την 25η επέτειο της ανεξαρτησίας της χώρας και ημέρα εθνικής εορτής των Γεωργιανών. Κατά τη συνάντηση στη Βουλή ο Οικολόγος Βουλευτής ανέφερε τα εξής.

 

 

 

«Οι σχέσεις Ελλάδας-Γεωργίας έχουν μακραίωνη ιστορία που ενώνει τους λαούς των δύο χωρών και που σηματοδοτήθηκαν από μεταναστεύσεις και  ανταλλαγές στο εμπόριο αλλά και τον πολιτισμό.

 

Η Γεωργία διατηρούσε σχέσεις με τις χώρες της Μεσογείου και ειδικά με την Ελλάδα εδώ και χιλιετηρίδες.

 

Οι πρόγονοι σας μετανάστευσαν από την περιοχή του Καυκάσου προς το Αιγαίο. Αυτό αποδεικνύουν λέξεις γεωργιανής προέλευσης στα Πρωτοελληνικά, όπως επίσης και πολλά στοιχεία της ελληνικής μυθολογίας  που έχουν περάσει στην γεωργιανή παράδοση (π.χ. γεωργιανά διηγήματα για τον αλυσοδεμένο Προμηθέα).

 

Τα δύο πρώτα Βασίλεια της Γεωργίας – η Ιβηρία και η Κολχίδα – ήταν γνωστά στους Έλληνες. Ήδη από την Μυκηναϊκή Εποχή μπορούμε να μιλάμε για ελληνογεωργιανές σχέσεις.

 

Οι Έλληνες για πρώτη φορά έφτασαν στη Μαύρη Θάλασσα, όπως μας λέει ο μύθος της Αργοναυτικής Εκστρατείας στην Κολχίδα με το χρυσόμαλλο δέρας που αναζήτησε ο Ιάσονας με τους Αργοναύτες.

 

Η σύνθεση του ελληνικού με το γεωργιανό στοιχείο συνέβαλε στην ίδρυση και ανάπτυξη πολλών ελληνικών αποικιών στην περιοχή της Γεωργίας.

 

Κατά την ελληνιστική περίοδο την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι επαφές της γεωργιανής με την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό επεκτάθηκαν και στην Ανατολική Γεωργία.

 

Κατά τη βυζαντινή περίοδο οι ελληνογεωργιανές σχέσεις έγιναν ακόμα πιο στενές και πολύπλευρες (84% του πληθυσμού είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι). Από τον 5ο αιώνα μ.Χ. μεταφράζονται στη γεωργιανή γλώσσα έργα της βυζαντινής λογοτεχνίας.

 

Στα τέλη του 18ου αιώνα με τους διωγμούς των Τούρκων, η Γεωργία έγινε η δεύτερη πατρίδα για τους Πόντιους πρόσφυγες, όπου άρχισαν μια καινούργια ζωή στην ομόθρησκη Γεωργία.

 

Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ και την ανεξαρτητοποίηση της Γεωργίας έχουμε ισχυροποίηση των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών.

 

Οι Έλληνες ομογενείς της Γεωργίας αριθμούν σήμερα περίπου 15.000 άτομα που διαμένουν κυρίως στην περιοχή της Τσάλκας, ενώ ήταν πολύ περισσότεροι πριν το κύμα παλιννόστησης προς την Ελλάδα.

 

Οι άριστες σχέσεις χιλιάδων ετών ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γεωργία αποτελούν ένα υπόδειγμα μακρόχρονης και καρποφόρας συνύπαρξης λαών.

 

Αυτό αποδεικνύεται από την ίδρυση του Ινστιτούτου Κλασικών, Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών και της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία μέσης εκπαίδευσης της Γεωργίας.

 

Αντίστοιχα στην Ελλάδα ιδρύθηκε και λειτουργεί το Γεωργιανό Ινστιτούτο Αθηνών.

 

Σε πολιτικό επίπεδο πρόσφατα η Ελληνική Βουλή ψήφισε σύναψη διμερών σχέσεων για τα ενεργειακά, εγκαινιάστηκε η έναρξη κατασκευής του ΤΑΠ με την επίσκεψη του Γεωργιανού πρωθυπουργού Γκιόργκι Κβιρικασβίλι, το εμπόριο, αλλά και σε τομείς πολιτισμού και εκπαίδευσης.

 

Η Ελλάδα, ως Προεδρεύουσα χώρα του Συμβουλίου της Ε.Ε. το 2014 προώθησε την υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης και Ελευθέρων Συναλλαγών μεταξύ Ε.Ε.- Γεωργίας (27.6.2014).

 

Επίσης, η Ελλάδα αντιμετώπισε εξ αρχής ευνοϊκά τη δυνατότητα απελευθέρωσης της βίζας για τους Γεωργιανούς πολίτες στην Ε.Ε.

 

Εμείς, οι δύο ομόλογες επιτροπές φιλίας της Γεωργίας και της Ελλάδας έχουμε καθήκον να διατηρήσουμε, αλλά και να προωθήσουμε ακόμα περισσότερο τις σχέσεις φιλίας και συνεργασίας των δύο χωρών, ιδιαίτερα εκεί που υπάρχει συμπληρωματικότητα. Για παράδειγμα, η Ελλάδα διαθέτει μεγάλο εμπορικό ναυτικό στόλο για την μεταφορά των προϊόντων από τη Γεωργία στη Μεσόγειο, αλλά και στον τουρισμό, στην ενέργεια, στην εκπαίδευση. Ως εκπρόσωπος της Πολιτικής Οικολογίας στην Ελληνική Βουλή θα ήθελα να τονίσω ότι για μας είναι πολύ σημαντικό ζήτημα η προστασία του περοβάλλοντος και η βιώσιμη ανάπτυξη με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, γι’αυτό δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στην συνεργασία των δύο λαών στην προστασία του περιβάλλοντος και στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας σε θέματα περιβάλλοντος.»